Ο Γιάννης Αίσωπος, εθνικός επίτροπος της συμμετοχής μας στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής με θέμα «Fundamentals» («Τα θεμελιώδη»).
Βρισκόμαστε στο σημείο «μηδέν». Σε μια μεταβατική εποχή όπου η χώρα αναζητά τρόπους ανάπτυξης μετά την κρίση. Στην επίσημη διαβεβαίωση του κράτους για την ανάπτυξη αναφέρεται μεταξύ άλλων και η σημασία οργάνωσης της βιομηχανίας του τουρισμού.
Ο Γιάννης Αίσωπος, εθνικός επίτροπος της συμμετοχής μας στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της οποίας το θέμα «Fundamentals» («Τα θεμελιώδη») όρισε ο Ρεμ Κούλχαας, ήταν εύστοχος στην επιλογή του ελληνικού θέματος: «Tourism Landscapes: Remaking Greece» («Τουριστικά τοπία: επαναδημιουργώντας την Ελλάδα»). Για την Ελλάδα η ουσία βρίσκεται στην αρχιτεκτονική της τουριστικής ανάπτυξης.
Το δείχνει σε δύο μέρη. Με μία συγκροτημένης έκφρασης ιστορική αφήγηση δημόσιας πολιτικής για τον τουρισμό που ξεκινά από τη δεκαετία του '50 με το πρόγραμμα των Ξενία, συνεχίζει το '60 με την κατασκευή του τοπίου της Βουλιαγμένης και φθάνει στις αλλαγές του τοπίου εξαιτίας της ανοικοδόμησης μεγάλων ιδιωτικών κυρίως ξενοδοχειακών μονάδων το διάστημα 1970-80 και των σύγχρονων οάσεων πολυτελείας.
Υπάρχει όμως και η κριτική ματιά για την τουριστική ένταση που επιβαρύνει και αλλοιώνει το τοπίο. Είναι οι 15 προτάσεις των ελλήνων και ξένων αρχιτεκτόνων που δέχτηκαν την πρόσκληση του Γιάννη Αίσωπου να παρουσιάσουν ιδέες για την αρχιτεκτονική αξιοποίηση του τουριστικού τοπίου.
Κοινό χαρακτηριστικό τους, η αντίληψη ότι οι τουρίστες επιδιώκουν μια νηφάλια συνθήκη παραθεριστικής διαβίωσης. Στις προτάσεις τους η φαντασμαγορία έχει ξεθωριάσει δίνοντας χώρο στην αναζήτηση του λιτού αλλά ηδονικού φυσικού βίου.
Ο Ζήσης Κοτιώνης (ένας από τους επιτρόπους της «Κιβωτού», συμμετοχής μας στην Μπιενάλε του 2010) επισημαίνει την παράμετρο της «περιβαλλοντικής επιβάρυνσης αν οι ακτές από κοινό αγαθό μετατραπούν σε οικονομικό μέγεθος» και στρέφεται στη δημιουργία μιας αμφίβιας εμπειρίας κατοίκησης στην επιφάνεια της θάλασσας.
Οι «Αμφίβιες αποικίες» χρησιμοποιούν ένα οχηματαγωγό πλοίο ανοικτού τύπου για να μεταφέρουν 50 μονάδες - σε σχήμα σημαδούρας - πλωτής κατοίκησης για τη διαμονή 100 παραθεριστών. Το πλοίο επισκέπτεται απρόσβατες, προστατευμένες ακτογραμμές. Τα δωμάτια - σημαδούρες ποντίζονται, διαμοιράζονται, κατοικούνται και επανασυλλέγονται.
Το πλοίο λειτουργεί ως κινητός χώρος υποδοχής ξενοδοχειακών λειτουργιών κοινής χρήσης, με δυνατότητα «απόβασης» σε προσβάσιμες από τη θάλασσα περιοχές. «Το μέλλον της αρχιτεκτονικής συνδέεται με την ποικιλόμορφη και άγνωστη ακόμη δυνατότητα κατοίκησης της θάλασσας» λέει ο αρχιτέκτονας του αμφίβιου παραθερισμού.
Ο Ανδρέας Αγγελιδάκης μιλά για «Το κτίριο που ήθελε να γίνει παραλία» και περιγράφει την ιδέα το ερείπιο ξενοδοχειακού συγκροτήματος στη Νάξο (γνωστό στους ντόπιους ως Χαβάη) να οργανωθεί ώστε να κατοικηθεί και να μετατραπεί σε μια σύνθεση ελεύθερου κάμπινγκ και ξενοδοχείου τύπου resort.
«Το τεράστιο κουφάρι ξενοδοχείου παραμένει στη Χερσόνησο του Αλυκού εδώ και 40 χρόνια, μισοφαγωμένο από την αλμύρα, μισοσκεπασμένο από την άμμο και τους κέδρους που φυτρώνουν στην περιοχή.
Το ερείπιο κατοικείται κάθε καλοκαίρι: παράνομοι κατασκηνωτές βρίσκουν καταφύγιο στα ξεσκέπαστα δωμάτια με θέα τη θάλασσα, ζευγαράκια βρίσκουν σκοτεινές γωνιές ενώ οι λουόμενοι σκιάζονται από σκόρπιους τοίχους δίπλα στο νερό. Απορρίπτοντας την επιλογή να προσθέσουμε ένα ακόμη κτίριο στο ήδη υπερφορτωμένο τοπίο των νησιών, εστιάζουμε στο ήδη χτισμένο».
Η επιστροφή στη φύση δεν σημαίνει για τον Αριστείδη Αντωνά θυσία και απομάκρυνση από την τεχνολογική εξέλιξη. Τα «Καταφύγια του Σπένγκλερ» είναι ένα σκηνικό τοπίου ειδικά σχεδιασμένο για το έρημο νησί Πετάσι, στα ανοιχτά της Υδρας. Προορίζονται για τουρίστες που συνειδητοποιούν ότι είναι ψευδαίσθηση η προσωρινή διαβίωση στη φύση.
Εξαιτίας της θαλάσσιας, ήδη τουριστικής υποδομής των υδροταξί μπορούμε σήμερα να επεκτείνουμε τη σκηνογραφία της ψεύτικης επίσκεψης της Υδρας προς το Πετάσι. Τα καταφύγια του Spengler είναι καμουφλαρισμένα ψευδο-φυσικά δωμάτια δύο τύπων.
Ο πρώτος είναι φτιαγμένος από προκατασκευασμένα κομμάτια σκυροδέματος με την ελάχιστη δυνατή αφαίρεση ύλης από το βραχώδες τοπίο. «Παραπέμπει με βέβηλο τρόπο στα ερημητήρια των αναχωρητών μοναχών.
Οι προσωρινοί κάτοικοι των ιδιότυπων κατασκευασμένων σπηλαίων απολαμβάνουν τη διαμονή σε τεχνητή απόσυρση. Οι μονάδες που ονομάσαμε στο παρελθόν "μπετονένια κρεβάτια" είναι κρυφά εξοπλισμένες με τις υποδομές ενός δωματίου ξενοδοχείου.
Η παροχή ρεύματος και η ευρυζωνική σύνδεση μετατρέπει τη φύση σε σκηνογραφία αφήνοντας τον επισκέπτη να διατρέχει το Διαδίκτυο σαν να βρισκόταν σπίτι του.
Ο δεύτερος τύπος, το "λουτρόσπιτο" κτίζεται σε πιο δύσβατες τοποθεσίες από τις πέτρες που αφαιρέθηκαν για την εγκατάσταση της πρώτης. Δεν προσφέρει άλλη υποδομή εκτός από εκείνη του νερού. Ο κάτοικός της μπορεί να φορτίζει τις συσκευές του ή να εργάζεται στο Διαδίκτυο όταν μεταβαίνει στο Υπαίθριο δωμάτιο με Τραπέζια».
Βρισκόμαστε στο σημείο «μηδέν». Σε μια μεταβατική εποχή όπου η χώρα αναζητά τρόπους ανάπτυξης μετά την κρίση. Στην επίσημη διαβεβαίωση του κράτους για την ανάπτυξη αναφέρεται μεταξύ άλλων και η σημασία οργάνωσης της βιομηχανίας του τουρισμού.
Ο Γιάννης Αίσωπος, εθνικός επίτροπος της συμμετοχής μας στην Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της οποίας το θέμα «Fundamentals» («Τα θεμελιώδη») όρισε ο Ρεμ Κούλχαας, ήταν εύστοχος στην επιλογή του ελληνικού θέματος: «Tourism Landscapes: Remaking Greece» («Τουριστικά τοπία: επαναδημιουργώντας την Ελλάδα»). Για την Ελλάδα η ουσία βρίσκεται στην αρχιτεκτονική της τουριστικής ανάπτυξης.
Το δείχνει σε δύο μέρη. Με μία συγκροτημένης έκφρασης ιστορική αφήγηση δημόσιας πολιτικής για τον τουρισμό που ξεκινά από τη δεκαετία του '50 με το πρόγραμμα των Ξενία, συνεχίζει το '60 με την κατασκευή του τοπίου της Βουλιαγμένης και φθάνει στις αλλαγές του τοπίου εξαιτίας της ανοικοδόμησης μεγάλων ιδιωτικών κυρίως ξενοδοχειακών μονάδων το διάστημα 1970-80 και των σύγχρονων οάσεων πολυτελείας.
Υπάρχει όμως και η κριτική ματιά για την τουριστική ένταση που επιβαρύνει και αλλοιώνει το τοπίο. Είναι οι 15 προτάσεις των ελλήνων και ξένων αρχιτεκτόνων που δέχτηκαν την πρόσκληση του Γιάννη Αίσωπου να παρουσιάσουν ιδέες για την αρχιτεκτονική αξιοποίηση του τουριστικού τοπίου.
Κοινό χαρακτηριστικό τους, η αντίληψη ότι οι τουρίστες επιδιώκουν μια νηφάλια συνθήκη παραθεριστικής διαβίωσης. Στις προτάσεις τους η φαντασμαγορία έχει ξεθωριάσει δίνοντας χώρο στην αναζήτηση του λιτού αλλά ηδονικού φυσικού βίου.
Ο Ζήσης Κοτιώνης (ένας από τους επιτρόπους της «Κιβωτού», συμμετοχής μας στην Μπιενάλε του 2010) επισημαίνει την παράμετρο της «περιβαλλοντικής επιβάρυνσης αν οι ακτές από κοινό αγαθό μετατραπούν σε οικονομικό μέγεθος» και στρέφεται στη δημιουργία μιας αμφίβιας εμπειρίας κατοίκησης στην επιφάνεια της θάλασσας.
Οι «Αμφίβιες αποικίες» χρησιμοποιούν ένα οχηματαγωγό πλοίο ανοικτού τύπου για να μεταφέρουν 50 μονάδες - σε σχήμα σημαδούρας - πλωτής κατοίκησης για τη διαμονή 100 παραθεριστών. Το πλοίο επισκέπτεται απρόσβατες, προστατευμένες ακτογραμμές. Τα δωμάτια - σημαδούρες ποντίζονται, διαμοιράζονται, κατοικούνται και επανασυλλέγονται.
Το πλοίο λειτουργεί ως κινητός χώρος υποδοχής ξενοδοχειακών λειτουργιών κοινής χρήσης, με δυνατότητα «απόβασης» σε προσβάσιμες από τη θάλασσα περιοχές. «Το μέλλον της αρχιτεκτονικής συνδέεται με την ποικιλόμορφη και άγνωστη ακόμη δυνατότητα κατοίκησης της θάλασσας» λέει ο αρχιτέκτονας του αμφίβιου παραθερισμού.
Ο Ανδρέας Αγγελιδάκης μιλά για «Το κτίριο που ήθελε να γίνει παραλία» και περιγράφει την ιδέα το ερείπιο ξενοδοχειακού συγκροτήματος στη Νάξο (γνωστό στους ντόπιους ως Χαβάη) να οργανωθεί ώστε να κατοικηθεί και να μετατραπεί σε μια σύνθεση ελεύθερου κάμπινγκ και ξενοδοχείου τύπου resort.
«Το τεράστιο κουφάρι ξενοδοχείου παραμένει στη Χερσόνησο του Αλυκού εδώ και 40 χρόνια, μισοφαγωμένο από την αλμύρα, μισοσκεπασμένο από την άμμο και τους κέδρους που φυτρώνουν στην περιοχή.
Το ερείπιο κατοικείται κάθε καλοκαίρι: παράνομοι κατασκηνωτές βρίσκουν καταφύγιο στα ξεσκέπαστα δωμάτια με θέα τη θάλασσα, ζευγαράκια βρίσκουν σκοτεινές γωνιές ενώ οι λουόμενοι σκιάζονται από σκόρπιους τοίχους δίπλα στο νερό. Απορρίπτοντας την επιλογή να προσθέσουμε ένα ακόμη κτίριο στο ήδη υπερφορτωμένο τοπίο των νησιών, εστιάζουμε στο ήδη χτισμένο».
Η επιστροφή στη φύση δεν σημαίνει για τον Αριστείδη Αντωνά θυσία και απομάκρυνση από την τεχνολογική εξέλιξη. Τα «Καταφύγια του Σπένγκλερ» είναι ένα σκηνικό τοπίου ειδικά σχεδιασμένο για το έρημο νησί Πετάσι, στα ανοιχτά της Υδρας. Προορίζονται για τουρίστες που συνειδητοποιούν ότι είναι ψευδαίσθηση η προσωρινή διαβίωση στη φύση.
Εξαιτίας της θαλάσσιας, ήδη τουριστικής υποδομής των υδροταξί μπορούμε σήμερα να επεκτείνουμε τη σκηνογραφία της ψεύτικης επίσκεψης της Υδρας προς το Πετάσι. Τα καταφύγια του Spengler είναι καμουφλαρισμένα ψευδο-φυσικά δωμάτια δύο τύπων.
Ο πρώτος είναι φτιαγμένος από προκατασκευασμένα κομμάτια σκυροδέματος με την ελάχιστη δυνατή αφαίρεση ύλης από το βραχώδες τοπίο. «Παραπέμπει με βέβηλο τρόπο στα ερημητήρια των αναχωρητών μοναχών.
Οι προσωρινοί κάτοικοι των ιδιότυπων κατασκευασμένων σπηλαίων απολαμβάνουν τη διαμονή σε τεχνητή απόσυρση. Οι μονάδες που ονομάσαμε στο παρελθόν "μπετονένια κρεβάτια" είναι κρυφά εξοπλισμένες με τις υποδομές ενός δωματίου ξενοδοχείου.
Η παροχή ρεύματος και η ευρυζωνική σύνδεση μετατρέπει τη φύση σε σκηνογραφία αφήνοντας τον επισκέπτη να διατρέχει το Διαδίκτυο σαν να βρισκόταν σπίτι του.
Ο δεύτερος τύπος, το "λουτρόσπιτο" κτίζεται σε πιο δύσβατες τοποθεσίες από τις πέτρες που αφαιρέθηκαν για την εγκατάσταση της πρώτης. Δεν προσφέρει άλλη υποδομή εκτός από εκείνη του νερού. Ο κάτοικός της μπορεί να φορτίζει τις συσκευές του ή να εργάζεται στο Διαδίκτυο όταν μεταβαίνει στο Υπαίθριο δωμάτιο με Τραπέζια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου